- ἀνερχομένῃς
- ἀνέρχομαιgo uppres part mp fem dat pl (epic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἀνερχομένης — ἀνέρχομαι go up pres part mp fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Βολτέρος — (François Marie Arouet de Voltaire, Παρίσι 1694 – 1778). Εξελληνισμένο όνομα του Γάλλου φιλόσοφου και συγγραφέα Φρανσουά Μαρί Αρουέ ντε Βολτέρ. Ο Β. υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους εκπροσώπους του Διαφωτισμού. Λαμπρός μαχητής του λόγου, έγραψε… … Dictionary of Greek
Ζακόμπ, Ιρέν — (Irène Jacob, Γενεύη 1966 –). Ελβετίδα ηθοποιός του κινηματογράφου. Σπούδασε στο Ωδείο της πατρίδας της και στην Εθνική Σχολή Κινηματογράφου. Υπήρξε μούσα του Λουί Μαλ, του Ζακ Ριβέ, αλλά και του Αντονιόνι και του Κισλόφκσι. Έγινε γνωστή στο ευρύ … Dictionary of Greek
Κον, Βάλτερ — (Walter Kohn, Βιέννη 1923 –). Αμερικανός χημικός, αυστριακής καταγωγής. Αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο του Τορόντο και συνέχισε μεταπτυχιακές σπουδές στο Χάρβαρντ. Το 1948 έλαβε τον διδακτορικό τίτλο του από το ίδιο πανεπιστήμιο, αναπτύσσοντας… … Dictionary of Greek
Λεφέβρ, Ζορζ — (Georges Lefebvre, Λιλ 1874 – Παρίσι 1959). Γάλλος ιστορικός. Θεωρείται αυθεντία στην ιστορία της Γαλλικής επανάστασης. Έγινε γνωστός με τη διδακτορική διατριβή του για τους χωρικούς της βόρειας Γαλλίας κατά τη Γαλλική επανάσταση (1924), όπου… … Dictionary of Greek
Λιούις, Πέρσι Γουίνταμ — (Percy Wyndham Lewis, Νόβα Σκότια 1884 – Λονδίνο 1957). Άγγλος συγγραφέας και ζωγράφος. Πρωτοεμφανίστηκε ως ζωγράφος στις παραμονές του Α’ Παγκοσμίου πολέμου, δημιουργώντας το κίνημα vorticism, το οποίο αντιτασσόταν στον φουτουρισμό. Διηύθυνε… … Dictionary of Greek
Ρίτσαρντσον, Σάμουελ — (Richardson, Ντέρμπισαϊρ 1689 – Λονδίνο 1761). Άγγλος συγγραφέας. Από φτωχή οικογένεια, αυτοδίδακτος, εργάστηκε για πολλά χρόνια ως μαθητευόμενος τυπογράφος κοντά σ’ έναν τυπογράφο, του οποίου παντρεύτηκε την κόρη. Σε ηλικία πενήντα ετών,… … Dictionary of Greek